Ελληνοτουρκική κρίση: Ανοίγει ο δρόμος για επίλυση των διαφορών στη Χάγη;

Η παρέμβαση της Ντόρας Μπακογιάννη, η οποία τάχθηκε υπέρ της προσφυγής στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης για την υφαλοκρηπίδα, της μόνης ελληνοτουρκικής διαφοράς που αναγνωρίζει η Ελλάδα, δίνει νέα διάσταση στον πολιτικό διάλογο που εξελίσσεται για την πορεία της ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Δεν έρχεται απλά να προστεθεί σε υπάρχουσες διατυπωμένες απόψεις φορέων και προσώπων ενός διακομματικού φάσματος. Θα μπορούσε ταυτόχρονα αυτή η τοποθέτηση –με τη βαρύτητα που έχει η ιδιότητα της κυρίας Μπακογιάννη ως πρώην υπουργού Εξωτερικών – να εκληφθεί και ως μέρος μιας διεργασίας σε εξέλιξη στους κόλπους της κυβέρνησης, στον απόηχο των τεταμένων σχέσεων της Ελλάδας και Τουρκίας το τελευταίο διάστημα, που οδήγησαν την ελληνική κυβέρνηση να προσφύγει ακόμα και στον ΟΗΕ.

Νέα ανάγνωση

Σε κάθε περίπτωση η παρέμβαση της -πλέον έμπειρης πολιτικού στη ΝΔ περί τα διπλωματικά- Ντόρας Μπακογιάννη οδηγεί και σε μια εκ των υστέρων διαφορετική και βαθύτερη ανάγνωση των όσων διημείφθησαν στο Λονδίνο μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ταγίπ Ερντογάν.
Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά:
Η Ντόρα Μπακογιάννη σε τηλεοπτική της συνέντευξη ανοίγει το θέμα της Χάγης και γράφει στον προσωπικό της λογαριασμό στο twitter: «Πρέπει να συμφωνήσουμε στη διαδικασία με την Τουρκία, στο συνυποσχετικό και πιστεύω πως πρέπει να πάμε (στη Χάγη), γιατί στην εξωτερική πολιτική, το κάθε πέρσι και καλύτερα είναι μια πραγματικότητα».
 

Η ίδια, μάλιστα περιγράφει την τρέχουσα συγκυρία των ελληνοτουρκικών σχέσεων ως την «πιο φορτισμένη πολιτικά μετά τα Ίμια» και παραπέμπει στην «νηνεμία» που υπήρξε μετά το Ελσίνκι, όπως τονίζει.
Επιπλέον η κυρία Μπακογιάννη δεν περιορίζεται στη διατύπωση μιας πάγιας άποψής της, αλλά και ευρύτερα μιας διαχρονικής εθνικής θέσης. Θέτει ταυτόχρονα και το πολιτικό και γεωπολιτικό δίλημμα της Αθήνας υπογραμμίζοντας: «Αν κάνουμε πόλεμο θα είμαστε μόνοι μας. Δεν θα έρθει κανείς να θυσιαστεί για εμάς. Διπλωματικά όμως δεν είμαστε μόνοι μας». Στο σημείο αυτό μάλιστα συμφωνεί απόλυτα, ουσιαστικά ταυτίζεται και με τον πρώην υπουργό Άμυνας του ΣΥΡΙΖΑ Ευάγγελο Αποστολάκη.

Οι διαρροές

Υπό το πρίσμα αυτής της παρέμβασης της κυρίας Μπακογιάννη αποκτούν ένα ενδιαφέρον νόημα ορισμένες από τις διαρροές που έγιναν στο τελευταίο τετ α τετ που είχε ο Έλληνας πρωθυπουργός με τον Τούρκο πρόεδρο στο περιθώριο της εορταστικής συνόδου του ΝΑΤΟ για τα 70 του χρόνια.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται τόσο η φράση που αποδίδεται από τα κυβερνητικά στελέχη στον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος είπε προς τον κ. Μητσοτάκη ότι πρέπει «να σταματήσουμε να χτυπάμε το χέρι στο τραπέζι».
Παράλληλα, αυτό που επεσήμαναν και δημοσίως οι υπουργοί που ήταν παρόντες στη συνάντηση αυτή, ότι δηλαδή Μητσοτάκης και Ερντογάν συμφώνησαν ότι διαφωνούν αλλά το έκαναν σε καλό κλίμα, θα μπορούσε να ερμηνευτούν ως προσπάθεια δημιουργίας κλίματος που θα προετοιμάζει το έδαφος για προσφυγή στη Χάγη, σε ένα δηλαδή διεθνές όργανο. Άλλωστε υπάρχει ένας ακόμα παράγοντας που είναι η διάρκεια της συνάντησης. Κάτι περισσότερο από μιάμιση ώρα. Τι συζητούν λοιπόν τόση ώρα δύο αρχηγοί κυβερνήσεων και κρατών που διαφωνούν; επισημαίνουν πολιτικοί σχολιαστές και προσθέτουν ότι προφανώς σε αυτές τις περιπτώσεις οι δύο συνομιλητές προσπαθούν να οριοθετήσουν τις διαφωνίες τους.
 

Βεβαίως στην ανάγνωση αυτή, της συνάντησης Ερντογάν και Μητσοτάκη, συνηγορούν πρόσφατες τοποθετήσεις στενών συνεργατών του πρωθυπουργού και αρμοδίων περί τα εθνικά-διπλωματικά ζητήματα. Η δήλωση του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, Θάνου Ντόκου ότι πρέπει Ελλάδα και Τουρκία να υιοθετήσουν μια θετική ατζέντα ώστε «ακόμα και ιδέες περί συνεκμετάλλευσης μπορούν να συζητηθούν, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης οριοθέτησης μέσω προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο», σημαίνει ευθεία παραπομπή στη Χάγη.
Αλλά δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον και η επισήμανση του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του κ. Μητσοτάκη, Αλέξανδρου Διακόπουλου, ο οποίος είχε τονίζει -στον απόηχο του τετ α τετ Μητσοτάκη Ερντογάν στο Λονδίνο- ότι «η Τουρκία θέλει η όποιες λύσεις, οι όποιες διευθετήσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπό την τουρκική πλευρά που κατ’ αυτούς έχει τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στη Μεσόγειο».

Και ο Βενιζέλος

Τη δική του σημασία έχει επίσης το γεγονός ότι ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος με πρόσφατο άρθρο του στην «Καθημερινή» επίσης τάχθηκε υπέρ της προσφυγής στη Χάγη αρκεί όπως υπογράμμισε η Ελλάδα να είναι έτοιμη να αποδεχτεί την απόφαση και να αξιώσει το σεβασμό της. Μάλιστα ο κ. Βενιζέλος έκανε διάκριση μεταξύ «πραγματικού» και «ρητορικού πατριωτισμού».
Τους τελευταίους μήνες και η αρθρογραφία του Κώστα Σημίτη διατυπώνει την άποψη ότι η Ελλάδα πρέπει να επιδιώξει λύσεις όχι απαραίτητα «ευχάριστες» μπροστά στο φόβο της επανάληψης επεισοδίων τύπου Ιμίων.
Το θέμα της προσφυγής στη Χάγη, ορισμένοι θεωρούν ότι υπήρξε στο τραπέζι και επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Στην κατεύθυνση άλλωστε αυτού του ενδεχομένου, της «συνεκμετάλλευσης» ερμήνευσαν τις δηλώσεις πρώην υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να είναι «μοναχοφάης» στην Ανατολική Μεσόγειο, ή άλλες δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για το κατά πόσο ανήκει το Καστελόριζο στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Αιγαίου ή για τη Συμφωνία των Πρεσπών ως μοντέλο επίλυσης των ελληνοτουρκικών προβλημάτων.