Ατομική ευθύνη και συλλογική δέσμευση για τη μετάβαση προς μια οικονομία της γνώσης

Δεν πάει πολύς καιρός που η χώρα πέτυχε την απεμπλοκή της από τα μνημόνια. Το γεγονός αυτό σηματοδοτεί τη λήξη μια οκταετούς περιόδου κηδεμονίας και δη με όρους που δεν περιποιούσαν τιμή για τη χώρα. Είναι γνωστό ότι από τη σύσταση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους τέτοιες καταστάσεις επιτροπείας και εξάρτησης, ανάλογες με αυτές της περασμένης οκταετίας, αποτελούν μία από τις σταθερές του νεοελληνικού μας βίου.

Το πρώτιστο καθήκον μας σήμερα είναι να διασφαλίσουμε ότι η χώρα θα απαλλαγεί οριστικά από τον κίνδυνο να βρεθεί εκ νέου σε μια αντίστοιχη ταπεινωτική κατάσταση. Και αυτό το καθήκον δεν είναι μόνο, ενδεχομένως ούτε κυρίως, ζήτημα οικονομικό. Είναι ζήτημα εθνικής, συλλογικής αλλά κυρίως προσωπικής αξιοπρέπειας για τον καθένα μας. Και βέβαια χωρίς την αίσθηση της αξιοπρέπειας, χωρίς αυτό το αναγκαίο συστατικό κάθε άξιας λόγου δημιουργικότητας, είναι δύσκολο να επιδιωχθούν και οικονομικά αποτελέσματα με θετικό πρόσημο.


Πολλά είναι αυτά που πρέπει ακόμα να κάνουμε για να πετύχουμε, έστω σε βάθος χρόνου, την οριστική υπέρβαση διαχρονικών διαρθρωτικών παθογενειών της χώρας που μας οδήγησαν σε ανάλογες καταστάσεις. Απαιτείται όμως να δείξουμε την προσήλωσή μας στις κεντρικές δεσμεύσεις του προγράμματος δομικών μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικών ρυθμίσεων που έχουμε αναλάβει και συνδιαμορφώσει με τους ευρωπαίους εταίρους μας, πάντοτε όμως επιδιώκοντας βελτιώσεις, όποτε αυτές είναι δυνατές, σε συνάρτηση με την περαιτέρω καλή πορεία της οικονομίας.

Φτάνουν όμως αυτά για να διασφαλιστεί απρόσκοπτη και ικανοποιητική οικονομική πρόοδος; Δυστυχώς, η απάντηση είναι αρνητική, καθώς απαιτείται κάτι πάνω και πέρα από αυτά. Να θέσουμε επιπλέον δύο μείζονες στόχους, έναν κατ΄ εξοχήν ηθικό και έναν οικονομικό.

Ο πρώτος στόχος είναι να καλλιεργήσουμε μια νέα δημόσια ηθική στάση, ατομική και συλλογική, στην κοινωνικο-οικονομική μας λειτουργία. Να εξαφανίσουμε το άγος της αναξιοκρατίας, της ρουσφετολογίας, του κομματισμού, του λαδώματος, του βολέματος. Να επαναφέρουμε την ατομική ευθύνη, τη συλλογική δέσμευση και την ανταμοιβή βάσει της αποδοτικής ανταπόκρισης. Το έργο αυτό είναι μεγάλο και δύσκολο, αλλά απολύτως επείγον και αναγκαίο. Ήδη πάντως κινούμαστε προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά θα χρειαστεί πολύς χρόνος και αταλάντευτη προσήλωση για να υπερβούμε καταστάσεις και συμπεριφορές που ταλανίζουν την χώρα από την ίδρυσή της.
Μετασχηματισμός

Ο δεύτερος μεγάλος στόχος είναι κατεξοχήν οικονομικός: Η χώρα μας πρέπει να επιτύχει τον μετασχηματισμό της οικονομίας της σε μια προηγμένη οικονομία της γνώσης, καθώς αυτός είναι ο μόνος εφικτός δρόμος για να βελτιώσει τη θέση της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και να αποφύγει τη λεγόμενη «παγίδα των χωρών του μέσου εισοδήματος». Mε άλλα λόγια, να απεμπλακεί επιτέλους από την τελματώδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται εδώ και δεκαετίες, με κύριο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα το φτηνό εργατικό κόστος, και να μεταβεί σε μια οικονομία όπου το κύριο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα θα είναι το υψηλής κατάρτισης ανθρώπινο κεφάλαιο.

Ας μην έχουμε αυταπάτες, δεν είναι εύκολο ούτε μπορεί να επιτευχθεί αύριο. Απαιτούνται θεμελιώδεις μεταβολές στον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα, στην εκπαίδευση όλων των βαθμίδων, στην κρατική και ιδιωτική χρηματοδότηση και κινητροδότηση, αλλά και τον τρόπο λειτουργίας του ιδιωτικού τομέα. Διαθέτουμε όμως το βασικό προαπαιτούμενο: ένα καλά εκπαιδευμένο και υψηλών προδιαγραφών ανθρώπινο δυναμικό, που θα αποτελέσει την πρώτη ύλη αυτού του μετασχηματισμού. Αρκεί να την υποστηρίξουμε, βελτιώνοντάς τη διαρκώς και κυρίως εμποδίζοντας την αποψίλωσή της μέσω της διαρροής στο εξωτερικό των υψηλής κατάρτισης νέων συμπολιτών μας.
Αναπτυξιακή Στρατηγική

Με αυτή τη φιλοσοφία, η ελληνική κυβέρνηση συνέταξε την Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική. Η χώρα για πρώτη φορά διαθέτει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης, με κεντρική στόχευση την ενσωμάτωση της καινοτομίας στις επιχειρήσεις ώστε να μετατοπιστούν στην αλυσίδα αξίας, παράγοντας προϊόντα και παρέχοντας υπηρεσίες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Όλες οι διαθέσιμες πολιτικές και τα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι σήμερα προσανατολισμένα στην εξυπηρέτηση αυτού του κεντρικού στόχου.

Ταυτόχρονα, γίνονται σημαντικές θεσμικές παρεμβάσεις και σχεδιάζονται δημόσιες πολιτικές στην κατεύθυνση της αύξησης της παραγωγικότητας και εξωστρέφειας των επιχειρήσεων, με ορίζοντα τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους και της οικονομίας και μια εθνική αναπτυξιακή στρατηγική προσανατολισμένη στην 4η βιομηχανική επανάσταση. Το στοίχημα δεν είναι μόνο να αντλήσουμε καλές πρακτικές από το εξωτερικό, αλλά κυρίως να αξιοποιήσουμε τις υφιστάμενες δυνατότητες και τις διαμορφούμενες ευκαιρίες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.

Οι δυνατότητες και οι ευκαιρίες δεν είναι ρητορικό σχήμα αλλά ήδη αποτυπώνονται στην πορεία των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας. Τα στοιχεία για τις Δαπάνες Έρευνας & Ανάπτυξης, για παράδειγμα, ίσως ο πλέον αντιπροσωπευτικός δείκτης μετάβασης σε μια προηγμένη οικονομία της γνώσης, καταγράφουν μια αισιόδοξη εξέλιξη: οι δαπάνες για Ε&Α, από ένα σχεδόν ασήμαντο 0,67% του ΑΕΠ το 2011, προσέγγισαν το 1% μεταξύ 2015-2016 και το 2017 έφτασαν στο 1,14%. Δηλαδή, σχεδόν διπλασιάστηκαν μέσα σε έξι χρόνια, με αποτέλεσμα η χώρα μας να ανέβει στη 19η θέση της σχετικής κατάταξης στην ΕΕ των 28. Είναι αυτό το επιθυμητό επίπεδο; Όχι, αλλά είναι πάντως μια σημαντική και ενδεικτική εξέλιξη, καθώς σε έναν κρίσιμο τομέα καταφέραμε να ξεφύγουμε από τις τελευταίες 2 ή 3 θέσεις που συνήθως καταλαμβάναμε στην Ευρώπη.

Ακόμα πιο ελπιδοφόρα είναι η σύνθεση του δείκτη. Τα 2 τελευταία χρόνια το μεγαλύτερο ποσοστό των δαπανών για Ε&Α αφορά σε δαπάνες ιδιωτών, σε πλήρη αντίθεση με την σχεδόν ανύπαρκτη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα σε αυτές μέχρι πριν λίγα χρόνια. Φαίνεται δηλαδή ότι επιτέλους και η ιδιωτική πρωτοβουλία, η υγιής επιχειρηματικότητα, αντιλαμβάνεται τον απολύτως κρίσιμο χαρακτήρα της μετάβασης προς μία οικονομία της γνώσης.
Καινοτομία

Εξίσου θετική εξέλιξη αποτυπώνεται και στην ανοδική κίνηση του δείκτη καινοτομίας των ελληνικών επιχειρήσεων, που ξεπερνά πλέον τον μ.ό. της ΕΕ. Οι ελληνικές επιχειρήσεις ενσωματώνουν νέες τεχνολογίες και μεθόδους οργάνωσης και προώθησης των προϊόντων και των υπηρεσιών τους. Εάν όλα αυτά τα συνδυάσουμε με την παρατηρούμενη σημαντική βελτίωση των εξαγωγών μας, έχουμε σαφείς ενδείξεις ότι η οικονομία μας έχει στραφεί προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν καταφέρουμε να παραμείνουμε προσηλωμένοι στους στόχους αυτούς, σύντομα οι προσπάθειές μας θα αποδώσουν εντυπωσιακούς καρπούς.

Ωστόσο, η προσπάθεια και η προσήλωση στους στόχους απαιτεί το σύνολο των εμπλεκόμενων στην αναπτυξιακή διαδικασία. Πρέπει οι μεμονωμένοι δρώντες (επιχειρηματίες και επιχειρήσεις) μαζί με τους συλλογικούς θεσμούς να συγκλίνουν και να αποδέχονται ένα ελάχιστο συμφωνημένο πλαίσιο, για να μπορούμε να προσβλέπουμε σε σχετικά γρήγορη βελτίωση που θα έχει στοιχεία σταθερότητας και δεν θα είναι συγκυριακή.

Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και στο απόγειο της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής, δεν καταφέραμε να υπερβούμε τις στενές κομματικές γραμμές, γι’ αυτό πρέπει έστω και τώρα να αποφασίσουμε αν θα καθορίζει τις αποφάσεις μας η γνήσια αγωνία για το μέλλον της χώρας ή η προσδοκία της εξουσίας. Με δεδομένο ότι αυτός ο ορίζοντας μετασχηματισμού υπερβαίνει κατά πολύ τον συνήθη τετραετή εκλογικό κύκλο, απαιτείται και από τις πολιτικές δυνάμεις μια ελάχιστη συνεννόηση σε αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα, μια πολιτική και κοινωνική συναίνεση που θα έπρεπε πλέον να είναι αυτονόητη.

Ο Λόης Λαμπριανίδης είναι Γενικός Γραμματέας Στρατηγικών και Ιδιωτικών επενδύσεων