Νέο Fake news του ΑΠΕ για τις τράπεζες και τους Financial Times

Άλλο ένα κρούσμα διαστρέβλωσης της πραγματικότητας είχαμε από τον κυβερνητικό μηχανισμό του ΑΠΕ.
Συγκεκριμένα σήμερα το πρωί μεταδόθηκε τηλεγράφημα με τίτλο «Δημοσίευμα FT για τις χθεσινές πιέσεις στις τραπεζικές μετοχές» και το οποίο ξεκινούσε με την ακόλουθη παράγραφο:

«Οι τράπεζες να εξακολουθούν είναι καλά ανακεφαλαιοποιημένες και ακολουθούν το χρονοδιάγραμμα που έχει συμφωνηθεί με την ΕΚΤ αναφορικά με την μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων επισημαίνεται σε δημοσίευμα που φέρουν οι Financial Times σχετικά με την σημαντική υποχώρηση τιμών χθες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, με επίκεντρο τον τραπεζικό τομέα».

Μόνο που η συγκεκριμένη φράση περί των καλά ανακεφαλαιοποιημένων ελληνικών τραπεζών δεν είναι μια εκτίμηση της εφημερίδας ή των συντακτών του άρθρου, του Martin Arnold στο Λονδίνο και της Kerin Hope στην Αθήνα. Είναι μια δήλωση που τους έκανε ανώτερος Έλληνας τραπεζίτης.

Παραθέτουμε τη φράση όπως είναι στη ηλεκτρονική έκδοση των Financial Times:

“A senior Greek banker called Wednesday’s sell-off “an over-reaction by a weak and illiquid market dominated by short sellers”. He said banks remained well-capitalised and were on track with the current timetable agreed with the ECB for cutting non-performing exposures, which amounted to €88bn in June, equal to about half the country’s output.”

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η συγκεκριμένη δήλωση περιλαμβάνεται στο κείμενο, αφού έχει προηγηθεί αναλυτική παρουσίαση των όσων έγιναν με την πτώση των τραπεζικών μετοχών και τα προβλήματα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου, των φόβων ότι η Τράπεζα Πειραιώς θα δυσκολευτεί να προχωρήσει στην έκδοση τραπεζικού ομολόγου, όπως και των φόβων ότι εάν οι τράπεζες πουλήσουν «κόκκινα δάνεια» κάτω από την ονομαστική αξία τους αυτό θα σημαίνει εγγραφή ζημιών και άρα να υπάρχει ενδεχόμενο για νέες ανάγκες κεφαλαιοποίησης.
Ποια αισιοδοξία;

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το δημοσίευμα και στην έντυπη και στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας έχει τίτλο «Οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών υποχωρούν από τις ανησυχίες για τα “κόκκινα δάνεια”» (Greek bank shares slide on bad debt worries), χωρίς την αισιοδοξία που αποπνέει το τηλεγράφημα του ΑΠΕ.

Όμως, το τηλεγράφημα του ΑΠΕ πέραν του να συγχέει μια συγκεκριμένη δήλωση με τη θέση της εφημερίδας, κάνει και επιλεκτική παράθεση ακόμη και όσων είπε ο «Ανώτερος Έλληνας τραπεζίτης». Γράφει συγκεκριμένα το τηλεγράφημα του ΑΠΕ:

«Αναφορικά με την Τράπεζα Πειραιώς που δέχθηκε τις ισχυρότερες πιέσεις ο ανώτερος Έλληνας τραπεζίτης που επικαλούνται οι FT επισημαίνει ότι η Τράπεζα έχει προχωρήσει σε μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στα 29,4 δισ. ευρώ μετά κα τις πωλήσεις προβληματικών δανείων ύψους 5,4 δισ. ευρώ. Ο ίδιος επισημαίνει ότι η Τράπεζα Πειραιώς δεν έχει κάποια προθεσμία για να ολοκληρώσει την κεφαλαιακή της ενίσχυση»


Όντως η επισήμανση υπάρχει στο άρθρο, αν και τα οικονομικά στοιχεία το άρθρο τα παραθέτει ως δεδομένα και όχι ως δήλωση του ανώτερου Έλληνα τραπεζίτη.

Όμως, το πρόβλημα είναι αλλού. Ο συγκεκριμένος ανώτερος Έλληνας τραπεζίτης κάνει και μια κρίσιμη τοποθέτηση την οποία το ΑΠΕ αποσιωπά: «Με την Ελλάδα να μην μπορεί να επιστρέψει στις αγορές κρατικού χρέους, δεν μπορούμε να περιμένουμε η Πειραιώς να μπορέσει να αντλήσει νέα κεφάλαια» (“With Greece unable to return to sovereign debt markets, Piraeus can’t be expected to raise any new funds”).

Μάλιστα η επισήμανση ότι η Πειραιώς «δεν αντιμετωπίζει κάποια αυστηρή προθεσμία για να ολοκληρώσει την κεφαλαιακή της ενίσχυση» (“But they don’t face a strict deadline for completing the capital raising.”), γίνεται αφού επισημανθεί το θεμελιώδες πρόβλημα που είναι η αδυναμία εξόδου στις αγορές της ίδιας της χώρας.

Το ζήτημα είναι ότι η δήλωση αυτή του ανώτερου Έλληνα τραπεζίτη, που αποσιωπάται από το ΑΠΕ, ήρθε να υπογραμμίσει την ουσία του προβλήματος: ο τρόπος που η κυβέρνηση επέλεξε να χειριστεί το ζήτημα της «καθαρής εξόδου» από τα μνημόνια, με κριτήρια περισσότερο επικοινωνιακά και εκλογικά, έχει αρνητικές παρενέργειες για την οικονομία.

Δηλαδή, το ΑΠΕ όχι μόνο διαστρεβλώνει ένα ισορροπημένο και αντικειμενικό δημοσίευμα, παρουσιάζοντάς το ως μια μονόπλευρα θετική αποτίμηση της κατάστασης των ελληνικών τραπεζών, αλλά και αποσιωπά κρίσιμες επισημάνσεις που γίνονται μέσα σε αυτό το άρθρο επειδή δεν ταιριάζουν με την προσπάθεια δημιουργίας αισιόδοξου κλίματος, έστω και τεχνητά.

Όμως, όσο κατανοητή και εάν η ανάγκη να γίνει ένα επικοινωνιακό damage control μετά το χτεσινό τραπεζικό κραχ, που δεν οφείλεται μόνο στους «κερδοσκόπους», αυτή δεν μπορεί να οδηγεί σε τόσο κραυγαλέες διαστρεβλώσεις της ίδιας της πραγματικότητας.